Μίλντενχολ

Μίλντενχολ
Βλ. λ. Σάφολκ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • θησαυρός — Ο συσσωρευμένος πλούτος, σε χρήματα ή τιμαλφή. (Αρχαιολ.) Κτίριο των αρχαίων ελληνικών ιερών, ειδικά κατασκευασμένο για τη φύλαξη των πολύτιμων ή λατρευτικών αντικειμένων. Στους μυκηναϊκούς χρόνους οι θ. ήταν υπόγεια οικοδομήματα, ειδικά… …   Dictionary of Greek

  • Σόφολκ — (Suffolk). Κομητεία της Μ. Βρετανίας (έκταση 37 97 τ. χλμ., κάτ. 638 500). Η κομητεία βρίσκεται στην ΝΑ Αγγλία και περιλαμβάνει τις επαρχίες Νόρφολκ, Καίμπριτζ και ‘Eσεξ. Το έδαφος παρουσιάζει πολλές πτυχώσεις και αποτελείται κυρίως από άργιλο,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”